ἐπίχαρι

ἐπίχαρι
ἐπίχαρις
pleasing
masc/fem voc sg
ἐπίχαρις
pleasing
neut nom/voc/acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Ἐπίχαρι — Ἐπίχαρις fem voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • επίχαρις — Αγία της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ήταν Ρωμαία και μαρτύρησε με ξίφος κατά την εποχή του Διοκλητιανού. Η μνήμη της τιμάται στις 27 Σεπτεμβρίου. * * * ἐπίχαρις, ι (AM) 1. χαριτωμένος, ευχάριστος, γεμάτος χάρη 2. το ουδ. ως ουσ. τὸ ἐπίχαρι α)… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”